αστρογράφος

αστρογράφος
ο ή αστρογραφικό τηλεσκόπιο, το
συσκευή φωτογράφησης των αστρικών πεδίων για τη μελέτη των αστέρων και ιδιαίτερα για τη μέτρηση των συντεταγμένων τους.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Λικ, Τζέιμς — (James Lick, Πενσιλβάνια 1796 – 1876). Αμερικανός οικονομολόγος. Είχε μεγάλη περιουσία και διέθεσε σημαντικό ποσό για την ίδρυση ενός αστεροσκοπείου (1875) που φέρει το όνομά του. Το αστεροσκοπείο αυτό διευθύνεται από το πανεπιστήμιο της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”